«Ο χρυσός αιώνας για τον οποίο πρώτος μίλησε ο Ηράκλειτος, δεν υπήρξε ποτέ. Παρά ταύτα, ποτέ ο άνθρωπος δεν παραιτήθηκε από την προσπάθεια να βελτιώσει τις συνθήκες της ύπαρξής του στη Γη ώστε, αν μη τι άλλο πνευματικότερο, να πεθάνει χορτάτος. Και μη μου πείτε πως πεθαίνει κανείς το ίδιο αποτελεσματικά και χορτάτος και πεινασμένος, γιατί το πρόβλημα δεν είναι το μετά θάνατον, αλλά το πριν απ” το θάνατο. Ο μουσουλμανικός Παράδεισος, πιο πρακτικός από το χριστιανικό (και με καλή κουζίνα) είναι γεμάτος πιλάφια και σερμπέτια (και ουρί). Αλλά δεν νομίζω πως εκλήθη σε γεύμα εκεί κανένας ζωντανός και εξαθλιωμένος μουσουλμάνος.
Όπως και να “ναι, όλοι οι παράδεισοι όλων των θρησκειών (υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία παραδείσων, ώστε να μπορεί κανείς να διαλέξει αυτόν που του ταιριάζει με την ίδια περίπου έννοια που διαλέγει τον τόπο των διακοπών του) αν και φανταστικοί έπαιξαν έναν πραγματικό ρόλο στη ζωή των ζωντανών. Συνετέλεσαν στο να εδραιωθεί και να εξαπλωθεί ο πανάρχαιος πόθος για μια καλύτερη ζωή εδώ στη Γη.
Κι αν ο μωαμεθανισμός είναι μια θρησκεία που της αρέσει να μπερδεύεται στα γήινα είναι γιατί το πιλάφι και το σερμπέτι συνεχίζουν να παίζουν το ρόλο τους στη διατήρηση του οράματος για μια καλύτερη ζωή εδώ στη Γη. Ενώ ο χριστιανισμός, μι τα πνευματικά του ιδανικά, εκτός του ότι δεν πέτυχε και πολλά όσον αφορά την πνευματικότητα του χριστιανού που βασίζει την πνευματική του ανάπτυξη μόνο στα Ιερά Κείμενα, είχε σαν αποτέλεσμα και μια κάποια παραίτηση από την προσπάθεια του καλού χριστιανού για πλουτισμό. Ίσως πείτε πως αυτό είναι μάλλον καλό και πως φανερώνει άνθρωπο μάλλον φιλοσοφημένο. Ναι, αλλά, δεν είναι φιλόσοφοι όλοι αυτοί οι αφελείς θιασώτες της χριστιανικής ολιγάρκειας. Θα έλεγα πως είναι μάλλον ηλίθιοι παρά φιλόσοφοι.
Ως εκ τούτου, οι χριστιανοί έπρεπε να βρουν έναν τρόπο να γίνουν ελαφρώς μουσουλμάνοι, χωρίς όμως να εγκαταλείψουν τον πνευματικό χριστιανισμό. Και τον βρήκαν. Συγκεκριμένα, τον βρήκε ο γερμανός καλόγερος Μαρτίνος Λούθηρος το 1516. Σου λέει, και δικαίως, ο άνθρωπος: η σχέση με τον Θεό είναι προσωπική. Γιατί, λοιπόν, να ανακατώνεται η Εκκλησία σε τούτη την τετ-α-τετ σχέση; Ανάμεσα στον Χριστό και τον πιστό πρέπει να παρεμβάλλεται μόνο η Βίβλος και κανένας άλλος απ” αυτούς που παριστάνουν τους ειδικούς στο διακανονισμό των εχόντων σχέση με την εν Χριστώ πνευματική ζωή. Δεν μας χρειάζεται, λοιπόν, ο Πάπας, ο προϊστάμενος των μεσολαβητών και των πλασιέ της πίστης, που ανταλλάσσουν τις προσφερόμενες πνευματικές υπηρεσίες με υλικά αγαθά, χωρίς ωστόσο να προσδιορίζουν την ακριβή ισοτιμία, ίσα ίσα για να τελείται πιο άνετα η κλοπή.
Ο Λούθηρος με τη μεταρρύθμισή του, που ονομάστηκε προτεσταντισμός (από το ρήμα protester που σημαίνει διαμαρτύρομαι, εξ ου και διαμαρτυρόμενοι οι προτεστάντες) έφερε τα πάνω- κάτω στην κοινωνία των χριστιανών. Για πρώτη φορά στην ιστορία του χριστιανισμού κάποιος τόλμησε να πει πως η πίστη στο Θεό, ή σε ό,τι άλλο, είναι μια εντελώς προσωπική υπόθεση, θα λέγαμε υπαρξιακή και όχι κοινωνική, αντίθετα από την οργανωμένη Εκκλησία που είναι μια υπόθεση κοινωνική.
Πρέπει, λοιπόν, να δίνει κανείς βάση στο Ευαγγέλιο (εξ ου και ευαγγελικοί οι διαμαρτυρόμενοι) αλλά όχι και στους παπάδες. Άλλωστε, αφού οι περισσότεροι παπάδες δεν μπορούν να διαβάσουν ούτε καν εφημερίδα είναι φυσικό να μην μπορούν να διαβάσουν το πολύ δυσκολότερο Ευαγγέλιο, ακόμα και στη σπάνια περίπτωση που κάπως κατανοούν, σε μας εδώ, την αλεξανδρινή διάλεκτο της μετάφρασης (από τα εβραϊκά) των Εβδομήκοντα. Άλλωστε, όσο λιγότερο καταλαβαίνει ο πιστός τις ευαγγελικές ρήσεις, τόσο καλύτερα κάνει τη δουλειά του το ιερατείο. Γιατί, αν ο πιστός καταλάβαινε τι ακριβώς λέει το Ευαγγέλιο και δεν το εισέπραττε σαν ένα περίεργο σιβυλλικό κείμενο, θα κινδύνευε να καταλήξει επαναστάτης, σαν τον χριστιανό Βίλχελμ Βάιτλινγκ που διαδέχτηκε ο Καρλ Μαρξ στην ηγεσία του διεθνούς εργατικού κινήματος.
Ο μεγάλος κοινωνιολόγος Μαξ Βέμπερ αποδίδει στον πουριτανικό και οικονόμο προτεσταντισμό την ανάπτυξη του καπιταλισμού. Σίγουρα δεν έχει εντελώς άδικο, αν και ο προτεσταντισμός δεν προηγείται, αλλά έπεται της κοινωνικής ανάγκης για μια παραπέρα ανάπτυξη της οικονομίας. Πάντως δεν είναι ο προτεσταντισμός που δημιουργεί τον καπιταλισμό, αλλά ο καπιταλισμός που δημιουργεί τον προτεσταντισμό. Αυτή είναι η άποψη του Μαρξ.
Όπως και να “ναι, ο προτεσταντισμός είναι το χριστιανικό δόγμα που ταιριάζει γάντι στον καπιταλισμό. Διότι ενδοστρέφει τους ηθικούς κανόνες του χριστιανισμού και τους κάνει προσωπική υπόθεση του καθένα. Αλλά όταν ο καθένας αρχίσει να ερμηνεύει τους ηθικούς κανόνες του χριστιανισμού όπως τον βολεύει εκάστοτε, θα εμφανιστεί αυτομάτως μια ηθική μπακάλικη, μια ηθική μανάβικη, μια ηθική δικηγορίστικη, ιατρική, στρατιωτική, μασονική και πάει λέγοντας.
Μεγάλη εφεύρεση ο προτεσταντισμός. Ένα θρησκευτικό δόγμα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του «ελεύθερου ανθρώπου» που δεν δέχεται πλέον τους διαφωτιστές και τους πνευματικούς καθοδηγητές και μεταθέτει την ευθύνη για το ηθικώς ζην στο άτομο. Ο καθένας πλέον μπορεί να επιδιώξει τη σωτηρία της ψυχής με τις δικές του και μόνο δυνάμεις και χωρίς τη βοήθεια του ιερατείου. Κι αν θέλει να αμαρτήσει, να αμαρτήσει όσο θέλει. Δικός του λογαριασμός και λογαριασμό δεν έχει να δώσει σε κανέναν παπά. Αν, πάλι, θέλει να αγιάσει, τόσο το καλύτερο γι” αυτούς που δεν θέλουν να αγιάσουν και επιλέγουν το ευγενές σπορ της συσσώρευσης του πλούτου, το οποίο όπως ξέρουμε, δεν είναι ακριβώς χριστιανικό. Αλλά το χριστιανισμό θα κοιτάμε τώρα ή την οικονομική ανάπτυξη;
Μέχρι την εποχή του δαιμόνιου Λούθηρου η οικονομική ανάπτυξη εξαρτιόταν από την οργανωμένη Εκκλησία που κανόνιζε τα πάντα, με το αζημίωτο φυσικά, σαν ένας διακριτικός και συχνά εντελώς αδιάκριτος εργολάβος των πάντων. Με τον
Λούθηρο, τούτη η εργολαβία περνάει στους κοσμικούς, δηλαδή τους ταχύτατα ανερχόμενους αστούς και ο Πάπας τραβάει τα μαλλιά του. Πάντως, κοντά στον προτεσταντισμό, που είναι το κυρίαρχο χριστιανικό δόγμα στην Αμερική, συνεχίζουν να υπάρχουν και τα προγενέστερα, που κατά σειράν εμφανίσεως στην ιστορία είναι η ορθοδοξία και ο καθολικισμός.
Και η μεν ορθοδοξία δεν είχε και τόσο καλή τύχη από απόψεως προσηλυτισμού οπαδών, έτσι που αδιαφορεί για τον πλούτο των κοσμικών, ο δε καθολικισμός έγινε άκρως ενοχλητικός έτσι που προσπαθεί να ελέγξει τα πάντα, όπως τον παλιό καλό καιρό που ο Πάπας εκτός από πνευματικός ηγέτης, ήταν και υπέρτατος κοσμικός άρχων, πάνω απ” όλους τους κοσμικούς άρχοντες, πάνω απ” όλους τους βασιλιάδες, πράγμα που είχε ως συνέπεια μια ατέλειωτη σειρά εξεγέρσεων και επαναστάσεων των κοσμικών κατά των θρησκευτικών ηγετών, και τανάπαλιν.
Ενώ η ειρηνική ορθοδοξία δεν γνώρισε σοβαρές αναταραχές, τουλάχιστο σε μεγάλη έκταση. Ήσυχη και ενδοστρεφής, έπαιξε πολύ μικρό ρόλο στη δημιουργία και την ανάπτυξη του καπιταλισμού. Και είναι βέβαιο πως αν εμείς εδώ δεν καταφέραμε να σοβαρευτούμε σαν καπιταλιστές ώς ένα μεγάλο βαθμό το οφείλουμε στην ορθοδοξία. Κανείς σοβαρός καπιταλιστής που σέβεται τον καπιταλιστή εαυτό του δεν μπορεί να είναι σοβαρός χριστιανός ορθόδοξος. Μπορεί όμως να είναι σοβαρός καθολικός κι ακόμα καλύτερα σοβαρός προτεστάντης.
Θα άξιζε να μελετηθεί σοβαρά ο ανασταλτικός ρόλος της ορθοδοξίας και στην ανάπτυξη του ρωσικού καπιταλισμού καθώς και ο ρόλος της στην αυτοκρατορική οργάνωση του κράτους, παλιότερου και νεότερου. Γιατί, αν ο προτεσταντισμός ταιριάζει στον καπιταλισμό, η ορθοδοξία ταιριάζει στις αυτοκρατορίες και τη διαρχική τους εξουσία.
Στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ο κοσμικός άρχων (αυτοκράτωρ) μοιραζόταν την εξουσία με το θρησκευτικό άρχοντα (πατριάρχη) κι έτσι ο μεν αυτοκράτωρ ήλεγχε τη συμπεριφορά, κυρίως την οικονομική, των υπηκόων του, ο δε πατριάρχης τη συνείδηση των ίδιων υπηκόων. Και ούτω πως, κρατώντας τον υπήκοο η εξουσία κι από μέσα κι απ” έξω έκανε έξοχα τη δουλειά της. Αλλά η αυτοκρατορία δεν είναι πρόσφορο διοικητικό σύστημα για την ανάπτυξη του καπιταλισμού, που προϋποθέτει αυξημένη προσωπική πρωτοβουλία. Κι έτσι κάποτε κατέρρευσε σαν οργανωτικός και διοικητικός θεσμός.
Παρά ταύτα, εμείς εδώ επιμένουμε να πάρουμε την Πόλη και να ανασυστήσουμε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Ε, λοιπόν, να την πάρουμε. Κι αν δούμε, όχι σοσιαλισμό, έστω και πράσινο, αλλά ψήγματα σοβαρού καπιταλισμού, να μου τρυπήσετε τη μύτη, αν και είμαι σίγουρος πως η μύτη μου θα παραμείνει ατρύπητη γιατί δεν προβλέπεται σύντομη επίθεση των ελληνικών στρατευμάτων κατά της Κωνσταντινουπόλεως. Κι έτσι εγώ ο απόγονος Κωνσταντινουπολιτών θα συνεχίζω να πηγαίνω στην Πόλη σαν τουρίστας, προκειμένου να βλέπω όσους από τους συγγενείς μου απόμειναν ακόμα εκεί.
Και, κοίτα να δεις πλάκα: εμείς οι Κωνσταντινουπολίτες δεν θέλουμε να πάρουμε την Πόλη και την Αγια-Σοφιά -ω, μεγάλε βασιλιά! Το θέλουν όμως κάτι βλαχαδερά. Τι να τους πεις. Ας πάνε να την πάρουν. Ιδού η Πόλη, ιδού και το «πήδημα» (από τους Τούρκους). Έχετε ακούσει κάτι για κείνο το περίφημο «οθωμανικόν δίκαιον»; Ε, αν έχετε ακούσει, πηγαίνετε στην Πόλη να την πάρετε και*θα καλοπεράσετε.
Το πόσο λείπει ο προτεσταντισμός από την Ελλάδα, γίνεται φανερό κι από εκείνες τις παραθρησκευτικές οργανώσεις τύπου «Ζωή», «Σωτήρ» και τα τέτοια. Κατά τον Χρήστο Γιανναρά οι παραπάνω είναι προτεσταντικές οργανώσεις και μόνο κατ” όνομα εμφανίζονται σαν ορθόδοξες. Ξέρουμε, άλλωστε, τι* έκαναν για να ενσταλάξουν το γνήσιο φιλελευθερισμό του laissez faire (του άστα να πάνε από μόνα τους) στη διάρκεια του Εμφύλιου πολέμου και λίγο μετά, τότε που το πρόβλημα του εκκαπιταλι- σμού της χώρας ήταν άκρως επείγον. Όταν χρεοκόπησε η προσπάθεια για γρήγορη φιλελευθεροποίηση της Ελλάδας (με τη μάταιη βοήθεια των Αμερικανών), οι παραπάνω οργανώσεις πήραν την κατιούσα.
Εντάξει «τα χριστιανόπουλα θα πάμε με χαρά, να βρούμε μήνυμα που φέρνει τη χαρά». Και πήγαν. Αλλά μήνυμα δεν έφεραν. Η Ελλάδα δεν έγινε ευθέως προτεσταντική χώρα τότε που έπρεπε, γιατί θα γινόταν έμμεσα με καθυστέρηση πέντε αιώνων περίπου; Είπαμε, είμαστε καθυστερημένοι. Αλλά, διάολε, όχι τόσο όσο πίστευαν αυτοί οι δόλιοι που οργάνωσαν αυτές τις θρησκευτικοπολιτικές οργανώσεις.
Εν πάση περιπτώσει, η ελληνική ορθόδοξη Εκκλησία, με τις φεουδαρχικές της δομές, απέτυχε να βοηθήσει τον εγχώριο καπιταλισμό που έμεινε καθηλωμένος στο επίπεδο του κουλουρτζή και του σουβλατζή. Που, βέβαια, είναι κι αυτοί ελεύθεροι επιχειρηματίες και τρέμουν τον κομουνισμό, γιατί «θα τους τα πάρει όλα». Και το πανέρι του κουλουρτζή και τη φουφού του σουβλατζή!
Αυτοί που έλυσαν μ” έναν εντελώς εκπληκτικό τρόπο το πρόβλημα της οικονομικής ανάπτυξης διά της θρησκείας (για την ακρίβεια: και διά της θρησκείας) ήταν οι πάντα δαιμόνιοι Άγγλοι. Κράτησαν από τον καθολικισμό ό,τι τους βόλευε, πήραν κι από τον προτεσταντισμό ό,τι τους ήταν χρήσιμο, τα χτύπησαν γερά στο μίξερ του πρωτοπόρου αγγλικού καπιταλισμού (το τι χρωστάει ο διεθνής καπιταλισμός στην Αγγλία, δεν λέγεται) και έφτιαξαν την Αγγλικανική Εκκλησία, νόθο τέκνο προερχόμενο από διασταύρωση καθολικισμού με προτεσταντισμό.
Η καημένη η ορθοδοξία πάλι έμεινε απέξω. Κανείς σοβαρός καπιταλιστής δεν τη θέλει κοντά του γιατί είναι αντιπαραγωγική. Παρά ταύτα, όμως, εκείνα τα «φρούτα» που ονομάστηκαν νεοορθόδοξοι παριστάνοντας κι από πάνω τους αριστερούς, επιμένουν πως η ορθοδοξία κατέχει το μυστικό για τη λύση των κοινωνικών προβλημάτων. Κύριοι, αφήστε την Ελλάδα να γίνει καπιταλιστική χώρα και άντεστε στο Αγιο Όρος. Το σοσιαλισμό τον γεννάει ο καπιταλισμός, όχι η ορθοδοξία.»
Βασιλης Ραφαηλίδης
Από το βιβλίο «ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ» Εκδόσεις 21ου
2 σχόλια
Αιτωλός
15 Ιουλίου 2013 στις 11:18 μμ (UTC 3) Σύνδεση με αυτό το σχόλιο
Μιας και στο συγκεκριμένο άρθρο γίνεται αναφορά στον Max Weber και στον Προτεσταντισμό θα παραθέσω με τη σειρά μου το σχόλιο του Tom Butler-Bowdon για το βιβλίο του Max Weber «Η Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύμα του Καπιταλισμού».
Ο κοινωνιολόγος Max Weber ήταν γοητευμένος από την επίδραση των σκέψεων και των πεποιθήσεων στην ιστορία, και ιδιαίτερα γιατί η θρησκεία φαίνονταν να είναι ένα σημαντικός παράγοντας στον καθορισμό του επιπέδου του πλούτου.
Ο Weber παρατήρησε ότι στην Γερμανία της εποχής του, οι ηγέτες των επιχειρήσεων και οι ιδιοκτήτες του κεφαλαίου, για να μην αναφέρουμε την πλειοψηφία των υψηλής ειδίκευσης εργαζομένων και των διευθυντών, ήταν Προτεστάντες σε αντίθεση με τους Καθολικούς. Οι Προτεστάντες είχαν επίσης υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης.
Η συμβατική εξήγηση ήταν ότι το δέκατο έκτο και δέκατο έβδομο αιώνα, πόλεις και περιφέρειες στη Γερμανία είχαν αποτινάξει τον κανόνα της Καθολικής Εκκλησίας και με την ξαφνική ελευθερία από ένα καταπιεστικό καθεστώς που έλεγχε κάθε πτυχή της ζωής τους, ήταν σε θέση να επιδιώξουν τα οικονομικά τους συμφέροντα και να ευημερήσουν.
Στην πραγματικότητα όμως, σημειώνει ο Weber, ήταν η ίδια η χαλαρότητα της εκκλησίας από την άποψη των
ηθικών και κοινωνικών κανόνων που έστρεψε την αστική μέση τάξη εναντίον της. Αυτοί οι αστοί χαιρέτισαν πραγματικά την τυραννία του προτεσταντικού ελέγχου που θα ρύθμιζε αυστηρά τη στάση και τη συμπεριφορά τους.
Η ερώτηση του Weber ήταν:
Γιατί οι πλουσιότερες τάξεις στη Γερμανία, την Ολλανδία, τη Γενεύη και τη Σκωτία, καθώς επίσης και οι ομάδες που έγιναν αργότερα οι Αμερικανοί πουριτανοί, θέλουν να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση;
Σίγουρα η ελευθερία και η ευημερία έρχονται όποτε υπάρχει λιγότερος, όχι περισσότερος, θρησκευτικός έλεγχος;
Το καπιταλιστικό πνεύμα.
Στην έναρξη του βιβλίου του «Η Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύμα του Καπιταλισμού», ο Weber παραδέχεται ότι η συζήτηση για το «πνεύμα» του καπιταλισμού φαίνεται επιτηδευμένη. Μορφές του καπιταλισμού υπήρχαν στην Κίνα, την Ινδία, τη Βαβυλώνα, και τον κλασικό κόσμο, και δεν είχαν κάποια συγκεκριμένη ηθική που τις οδηγούσε μακριά από το εμπόριο και την ανταλλαγή.
Ήταν μόνο με την εμφάνιση του σύγχρονου καπιταλισμού που αναπτύχθηκε μια συγκεκριμένη ηθική συνδέοντας την ηθική δικαιοσύνη με τα χρήματα. Δεν ήταν μόνο ότι οι Προτεστάντες αναζήτησαν τον πλούτο περισσότερο σκόπιμα από τους Καθολικούς, αλλά ότι οι Προτεστάντες έδειξαν «μια ιδιαίτερη τάση για την ανάπτυξη του οικονομικού ορθολογισμού», δηλαδή, μια συγκεκριμένη προσέγγιση για τη δημιουργία πλούτου, που επικεντρώνεται λιγότερο στην αύξηση της άνεσης απ” ότι στην επιδίωξη του κέρδους αυτού καθ” αυτού.
Η συγκεκριμένη ικανοποίηση δεν βρίσκονταν στα χρήματα που κερδίζονταν για να αγοράσει κάποιος διάφορα πράγματα (που στο παρελθόν ήταν πάντα ο λόγος για την απόκτηση χρημάτων), αλλά στη δημιουργία πλούτου με βάση την αύξηση της παραγωγικότητας και την καλύτερη χρήση των πόρων.
Ο Weber είχε μελετήσει μη χριστιανικές θρησκείες και τη σχέση τους με την οικονομία. Παρατήρησε για παράδειγμα, ότι το σύστημα των καστών του Ινδουισμού θα είναι πάντα ένα μεγάλο εμπόδιο για την ανάπτυξη του καπιταλισμού, επειδή οι άνθρωποι δεν είχαν τη ελευθερία να είναι επαγγελματικά ή κοινωνικά ευκίνητοι-ευέλικτοι.
Η ινδουιστική πνευματική ηθική προσπαθούσε να ξεπεράσει τον κόσμο, κάτι που δεν διαφέρει και πολύ από τη δημιουργία μοναστηριών και μονών στον καθολικισμό με σκοπό να αποτραβήξει τους άγιους ανθρώπους από τις αμαρτίες και τους πειρασμούς του έξω κόσμου.
Η προτεσταντική ηθική, αντίθετα, εμπλέκονταν στον κόσμο με το σκεπτικό «ζήσε με τα μάτια σου στο Θεό, αλλά πλήρως στον κόσμο». Αντί λοιπόν να λένε ότι η επιχείρηση ήταν μια κατώτερη αναζήτηση σε σύγκριση με την άγια ζωή, λένε ότι κάποιος θα μπορούσε να είναι άγιος και μέσα από το έργο του.
Αυτό έδωσε στους πιστούς ένα τεράστιο οικονομικό πλεονέκτημα.
Η προτεσταντική διαφορά.
Ο Weber είναι προσεκτικός και δεν λέει ότι υπάρχει κάτι εγγενώς καλύτερο στην θεολογία του Προτεσταντισμού. Αντίθετα, η γενική άποψη για τη ζωή και την εργασία, που οι πρόωρες προτεσταντικές σέκτες – Καλβινιστές, Μεθοδιστές, Ευσεβείς, Βαπτιστές, Κουάκεροι – άντλησαν από τις πεποιθήσεις τους, τους έκανε έστω και μεμονωμένα να προσαρμοστούν καλά στον σύγχρονο καπιταλισμό.
Έφεραν σε αυτόν:
1) Μια επιθυμία για πρόοδο.
2) Μια αγάπη για σκληρή δουλειά (για τους δικούς τους λόγους).
3) Ευταξία, ακρίβεια και ειλικρίνεια.
4) Το μίσος, θα μπορούσαμε να πούμε, για το χάσιμο του χρόνου μέσω της κοινωνικοποίησης, τις φαφλατοσύνες, τον ύπνο, το σεξ, ή την πολυτέλεια (που εκφράζονταν στο συναίσθημα «κάθε χαμένη ώρα χάνεται στην εργασία για τη δόξα του Θεού»).
5) Προσοχή στην πιο παραγωγική χρήση των πόρων, εκπροσωπούμενη από το κέρδος.
6) Απόλυτο έλεγχο του εαυτού τους και αποστροφή προς την αυθόρμητη απόλαυση.
7) Πίστη σε ένα κάλεσμα «απόδειξη της πίστης κάποιου μέσα από την κοσμική του δραστηριότητα».
Πολλοί Καλβινιστές συγγραφείς είχαν την ίδια περιφρόνηση για τον πλούτο όπως και οι Καθολικοί ασκητές, αλλά όταν ο Weber κοίταξε πιο προσεκτικά τα γραπτά τους, παρατήρησε ότι η περιφρόνησή τους ήταν για την απόλαυση του πλούτου και των πειρασμών που έρχονται με αυτόν. Η συνεχής δραστηριότητα θα μπορούσε να αποκλείσει τέτοιους πειρασμούς, επομένως η εργασία θα μπορούσε να γίνει ιερή. Αν ήταν (η εργασία), εκεί όπου είναι η πνευματική σου ενέργεια μπορούσε να εκφραστή, τότε η εργασία θα μπορούσε να είναι η σωτηρία σου. Αυτός ο συνδυασμός «έντονης ευσέβειας με επιχειρηματικό δαιμόνιο», όπως Weber περιγράφει, έγινε ο ακρογωνιαίος λίθος για πολλές μεγάλες περιουσίες.
Τελειώνοντας το σχόλιό του ο Tom Butler-Bowdon γράφει ότι ο Weber αξίζει να διαβαστεί για να μας υπενθυμίζει το αληθινό πνεύμα του καπιταλισμού: ότι δεν είναι στην πραγματικότητα μια τρελή βιασύνη για να ξοδεύουμε και να καταναλώνουμε, αλλά η δημιουργία πλούτου μέσω της ορθής χρήσης των πόρων, συμπεριλαμβανομένων και της δικών μας ταλέντων.
ΥΓ 1
Ένα επίσης ενδιαφέρον άρθρο, για όποιον ενδιαφέρεται, είναι αυτό του καθηγητή Γ. Πιπερόπουλου με τίτλο «Οικονομία, Θρησκεία & κοινωνική ψυχολογία» και μπορείτε να το διαβάσετε εδώ:
http://piperopoulos.blogspot.gr/2011/12/blog-post.html
ΥΓ 2
Σταύρο δεν συνηθίζω να γράφω σεντόνια και συγνώμη εάν κούρασα, απλά αυτή τη φορά νομίζω ότι άξιζε.
stauros
16 Ιουλίου 2013 στις 7:35 μμ (UTC 3) Σύνδεση με αυτό το σχόλιο
Αιτωλέ, όταν το σεντόνι είναι μεταξένιο, τότε η αξία του αυξάνει σημαντικά ανάλογα με το μέγεθός του.