Κάποιος κουτοπόνηρος, στο ερώτημα τι είναι ορχήστρα κλασικής μουσικής, απάντησε ότι είναι ένα σωρό μουσικοί που παίζουν για να χορεύει ένας αναμαλλιασμένος (εκτός αν έχει κατσαρά μαλλιά) μαέστρος. Έτσι απάντησε ο άξεστος χωριάτης του κερατά.
Κάποτε, που έτυχε να είμαι φιλοξενούμενος στο Ηράκλειο Κρήτης, έπινα το καφεδάκι μου, πρωί Κυριακής με μια γιαγιά 87 ετών – πολύ μαγκιόρα, να πούμε.
Ήταν λοιπόν η τηλεόραση ανοικτή και έδειχνε μια συναυλία κλασικής μουσικής, με καμμιά κατοσταριά το λιγότερο οργανοπαίχτες.
Από κάτι γκριμάτσες περιφρονητικού ύφους της γιαγιάς, που τις μοστράριζε κάθε που έπεφτε το βλέμμα της πάνω στην οθόνη της τηλεόρασης, σαν να κατάλαβα ότι κάτι την ενοχλούσε από το πρόγραμμα που έβλεπε εκεί. Την ρώτησα: γιαγιά δεν σ’ αρέσει η κλασική μουσική; Κι αμέσως μου απάντησε: «Δες πόσοι βαρούν και πράμμα δεν τελεύουν»!!! Αν κανείς δεν γνωρίζει από παλιοκαιρίτικες κουβέντες, αυτό πάει να πει «κουτουρού χαβάς». Κοντολογίς «πολύ φασαρία για το τίποτα».
Ήτανε εκεί παραδίπλα κι ένας εγγονός της, δεκαεπτάρης πάνω κάτω, ο οποίος μόλις άκουσε αυτό τον λόγο της γιαγιάκας, μου ένευσε μ’ ένα τρόπο άκρως περιφρονητικό για την «χαζομάρα» που ξεστόμισε η γιαγιά του, σαν να μου έλεγε δηλαδή, άφησέ την τώρα την γριά, τόσο ξέρει τόσα λέει. Αυτός ο εγγονός, απ’ ότι έμαθα μετά, σπούδαζε και κλασικό μπαλέτο.
Η γιαγιά, όπως έμαθα από το ίδιο της το στόμα λίγο μετά, ήταν μερακλού χορεύτρια και δεν καθότανε στον κώλο της δευτερόλεπτο, κάθε φορά που πήγαινε σε γλέντια και χαρές. Στα γλέντια εκείνα όμως, κάθε φορά με μια λύρα κι ένα λαούτο, χορεύανε μαζί με τους ανθρώπους ακόμα και οι τριγύρω πέτρες και τα κεραμίδια, ώρες ατελείωτες. Μέχρι το πρωί και βάλε.
Έβλεπε, που λέτε, η γιαγιά στην τηλεόραση τους οργανοπαίχτες, σοβαρούς- σοβαρούς και αραδιασμένους με το ράμμα, κύτταζε κι από κάτω το ακροατήριο που καθότανε ακίνητο σαν να το είχες βγάλει από την κατάψυξη, και από την τόση απορίας της, της ερχότανε να σκάσει.
Αμέσως λοιπόν έσπευσα να της αποδώσω τα δίκαιά της, κι επειδή το έπραξα αυτό με κάθε ειλικρινή διάθεση, η γιαγιά ενθουσιάστηκε σε τέτοιο βαθμό που με έπνιξε στα φιλιά και στις φιλοφρονήσεις. Και γιέ μου με αποκάλεσε και παληκάρι μου, μέχρι και λεβέντη μου με είπε. Μια φορά, τότε στα τριανταένα μου, άκουσα αυτή την προσφώνηση για την αφεντιά μου, και είμαι σίγουρος ότι δεν πρόκειται να την ξανακούσω ποτέ, όσα χρόνια και να ζήσω.
Επειδή για την υποκρισία των μπουρτζόβλαχων κομπλεξικών μικροαστών, σχετικά με τον πλατωνικό τους έρωτα με την λεγόμενη κλασική μουσική, έχω ξεστομίσει χίλια μύρια μπινελίκια, αφού φρόντισα επιμελώς να ερευνήσω αυτήν την συγκεκριμένη τους συμπεριφορά, δεν θα φερθώ κι εδώ ανάλογα. Ούτε μάλιστα νομίζω ότι χρειάζεται, διότι όλοι τους ξέρουν πολύ καλά τι θέλω να πω, πάνω σ’ αυτό το θέμα.
Το μόνο που θα κάνω είναι να καταθέσω ένα δείγμα συμπεριφοράς κάποιων μουσικών Ρουμάνων Ρομά (Γύφτων/Τσιγγάνων), οι οποίοι παίζουν ένα έργο κλασικής μουσικής, κάποιου από τους μεγαλύτερους συνθέτες αυτού του είδους, του Μπέλα Μπάρτοκ.
Μάλιστα οι οργανοπαίκτες αυτοί αποδεικνύουν στην πράξη ότι ο καθένας τους αξίζει όσο πολλοί μαέστροι μαζί, αφού διευθύνονται άπαντες συναμεταξύ τους και επί πλέον πλουτίζουν το αρχικό γράψιμο του συνθέτη, μ’ ένα σωρό μουσικά στολίδια, τα οποία είναι αδύνατο να γραφούν στο πεντάγραμμο, παρά μόνο να αντιγραφούν μέσα από τα φυλλοκάρδια του οργανοπαίχτη.
Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΡΟΜΑ (Παρακαλώ προσέξτε, επί πλέον, τα μουσικά κεντήματα του τσέμπαλου, τα οποία συνδιαλέγονται με τον ρυθμό, «τσιμπώντας» τον, δίκην ερωτικών παιχνιδιών).
ΑΚΟΥΣΤΕ ΤΩΡΑ ΤΗΝ ΝΕΡΟΒΡΑΣΤΗ ΣΟΥΠΑ ΤΩΝ ΚΛΑΣΙΚΩΝ (Εκτελούν το ίδιο έργο)
Ακόμα και ο πιο «άσχετος», περί τα μουσικά, θα βαθμολογούσε την κλασσική εκτέλεση με βαθμό πολύ κάτω της βάσης. Μια χασμωδία απέναντι στους κρυστάλλινους ήχους των Ρομά. Μια μουσική μουρτζουφλιά, τύπου γκαζόν, απέναντι στην ποικιλία των έντονων χρωμάτων του κήπου της ψυχοσωματικής έξαρσης των Τσιγγάνων.
Κώστας Κοροβίλας Έγραψε (σχόλιο στο άρθρο):
Φίλε Σταύρο,
Τό λαϊκίστικο, (συγνώμη), ύφος σου, μέ τό οποίο προσεγγίζεις τέτοια σοβαρά θέματα όπως τό ίδιο έργο κλασσικής μουσικής, παιγμένο από τήν μιά από αθιγγάνους Ρομά, καί από τήν άλλη από μιά συντηρητική πολυμελή ορχήστρα, αυτή σου, λοιπόν, η προσέγγιση, είναι ικανή νά ανατρέψει μιά ολόκληρη αισθητική. Εγώ προσωπικά, ακούγοντας αυτό τό υπέροχο κομμάτι τού Μπέλα Μπάρτοκ, παιγμένο από μιά μικρή ομάδα αθίγγανων Ρομά, χωρίς μαέστρο, καί μέ τέτοια άψογη συνεργασία, σέ μιά εκτέλεση δυναμική, πλήρως ερωτική εκστασιακή, ένιωσα τήν ανάγκη εκστασιασμένος κι εγώ, νά σηκωθώ καί νά χορέψω, τί; Δέν ξέρω, όπως η γηραιά Κρητικιά κυρία που στό άκουσμα τής λύρας ένιωθε τήν ίδια ανάγκη, νά σηκωθεί καί νά χορέψει.
Η σύγκριση είναι κατά τήν άποψή μου η εξής. Οί αθίγγανοι Ρομά εκφράζουν τό πρωτόγονο τό ερωτικό στοιχείο, καί εκτελούν ένα μουσικό κομμάτι μέ έναν εκστασιακό ερωτικό τρόπο, αυθόρμητο καί αυτοσχεδιαζόμενο, μέ φοβερή πάρ’ αυτα συνεργασία μεταξύ τους. Τί τους ενώνει; Ο Ερωτας. Ποιός Ερωτας; Ισως ο Πλατωνικός Ερωτας γιά τόν οποίο δέν θά εκφέρω λέξη αυτά τήν στιγμή. Αργότερα, βλέπουμε. Η άλλη, δέ κλασσική ορχήστρα, εκφράζει τό κοινωνικό κατεστημένο, τήν καθως πρέπει κοινωνία, οργανωμένη στήν ταξιακή τής σειρά μέ τά συντηρικά της κοστούμια, ο μαέστρος, ο αρχηγός, ο διευθύνων, καί από κάτω ή καί τρυγύρω οί υπακούοντες εκτελεστές. Κάπως, ή καί πολύ, πράγματι, πληκτικοί στήν εκτέλεσή τους καί στήν εμφάνησή τους.
Σημ. Ενιωσα τό ίδιο συναίσθημα όταν είδα καί άκουσα τούς Ρομά αθίγγανους, όπως όταν βλέπω καί ακούω ένα ρεμπέτικο συγκρότημα νά παίζει παλλιά ρεμπέτικα, ή ένα συγκρότημα δημοτικής μουσικής, όταν εκτελούν ανάλογα τραγούδια χωρίς μαέστρο. Ειλικρινά στό άκουσμα τους εκστασιάζομαι μέ τήν μουσική τους απόδοση καί άψογη συνεργασία.
Σχετικά με τη δημοσίευση σχολίων:
1. Δεν δεχόμαστε σχόλια χρηστών με «greeklish» (ελληνικά με λατινικούς χαρακτήρες).
Με βάση τους παραπάνω κανόνες, η διαχείριση διατηρεί το δικαίωμα διαγραφής, ή τροποποίησης σχολίων, χωρίς την παραμικρή υποχρέωση εξηγήσεων.2. Αποφεύγετε να δημοσιεύετε άσχετα με το θέμα σχόλια.
3. Δεν επιτρέπονται οι προσωπικοί προσβλητικοί χαρακτηρισμοί.
4. Ο σχολιαστής υποχρεούται να διατηρεί ένα και μοναδικό όνομα ή ψευδώνυμο.
5. Έχετε δυνατότητα να διορθώσετε το σχόλιό σας, σε διάστημα εντός 20 λεπτών.
6. Την ευθύνη της εγκυρότητας κάθε αναφοράς, την έχουν αποκλειστικά και μόνο οι σχολιαστές.